Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2007

Η πραγματική σημασία των γραμμάτων του Πουλιόπουλου





Επιτέλους! Στο «Ριζοσπάστη» δημοσιεύτηκαν τα περίφημα γράμματα του Πουλιόπουλου και τώρα καθησυχασμένος ο καθένας και με «πλήρη στοιχεία» θα μπορέσει να σχηματίσει γνώμη. Γιατί είναι απαραίτητο το κάθε μέλος του κόμματος να σχηματίσει γνώμη. Δισταγμοί, αμφιταλαντεύσεις, προσωπικές συμπάθειες και μελαγχολικές αναμνήσεις παλιών αγώνων και ένδοξων σελίδων κομμουνιστικών θυσιών και αυταπαρνήσεων πρέπει να μπουν στη μπάντα απ’ όλους που παραπάνω από κάθε άλλο βάζουν το συμφέρον του κόμματος.

Δε θ’ ασχοληθούμε δω με την εξέταση της κρίσης του κόμματος που βαστά απ’ τα τότε που ιδρύθηκε. Θα εξετάσουμε εδώ συγκεκριμένα χωρίς ιστορίες, μια, τη πιο επικίνδυνη ως τα σήμερα εκδήλωσή της, το λικβιταρισμό που ως κύριο εκπρόσωπό του έχει τον Παντελή Πουλιόπουλο, πρώην γενικό γραμματέα του κόμματος.


Για να μη πολυλογούμε, τα κύρια σημεία των γραμμάτων, που στειλε στην ΚΕ και που δημοσιεύτηκαν στο «Ριζοσπάστη» είναι τα εξής:

 1) Πλήρη άρνηση του ρόλου του ΚΚΕ στους ταξικούς αγώνες του ελληνικού προλεταριάτου.

 2) Λικβιταριστική- Μενσεβικική εκτίμηση της σημερινής κατάστασης από την οποία βγαίνει και η στροφή του προς τα δεξιά (παραδοχή ως σωστής της γραμμής Αποστολίδη- Κορδάτου) .

 3) Τέλειος μικροαστικός-σοσιαλδημοκρατικός προσανατολισμός στην ιδεολογική υποδούλωση του ελληνικού προλεταριάτου στο άρμα της μπουρζουαζίας με την παραδοχή της περίφημης θεωρίας του Γεωργιάδη- Σιδέρη για την «ελληνική πραγματικότητα».

 4) Τέλεια σύγχυση με την παραδοχή ως ορθής της χαφιέδικης αντικομμουνιστικής δράσης του αρχείου.

 5) Παραβίαση των βασικών καταστατικών θέσεων του ΚΚΕ και της Κομμουνιστικής Διεθνούς περί πειθαρχίας κτλ και ύψωση της σημαίας της διάλυσης του Κόμματος και το σπουδαιότερο.

 6) Απόκρουση των προγραμματικών θέσεων του ΚΚΕ και της ΚΔ σε σειρά βασικότατων ζητημάτων, τέλεια αντιλενινιστική, σοσιαλδημοκρατική παρέκκλιση.

Πολλοί θα ρωτήσουν «είναι αλήθεια αυτά;» Όποιος θελήσει να διαβάσει τα γράμματα του Πουλιόπουλου όχι με το φακό των προσωπικών συμπαθειών και αντιπαθειών αλλά με το φακό των γεγονότων, της πραγματικότητας, και του συμφέροντος του κόμματος, δε θα μπορέσει, μ’ όλη του την καλή θέληση, να βγάλει τίποτε το αντίθετο απ’ εκείνο που λέγεται πιο πάνω.

Μα αφού ήταν κουρασμένος, άρρωστος κτλ κτλ; Μπορεί κανείς να ζητά άδεια, μπορεί να αρρωσταίνει, μα δεν έχει το δικαίωμα να στραπατσέρνει, να τσακίζει το κόμμα γιατί έτσι θέλει. Και το σπουδαιότερο, αφού γίνεται καλά και σιάζει, να επιμένει σ’ όλα εκείνα που έγραφε και έλεγε όταν ήταν άρρωστος.

Ώστε το ζήτημα φεύγει απόλυτα απ’ το πεδίο που το θέτουν μερικοί σύντροφοι και έρχεται στο μόνο σωστό και ορθό:

Υπάρχει ξεκάθαρη και πλέρια παράβαση των καταστατικών και προγραμματικών αρχών του ΚΚΕ και της ΚΔ- ολοφάνερη λικβιταριστική-μενσεβικική παρέκκλιση και μπροστά σ’ αυτό το γεγονός που φωνάζει αμείλικτα, δε μπορεί κανένας, μα απόλυτα κανένας, να μείνει με το στόμα κλειστό, σε στάση μεσοβέζικη.

Βέβαια δεν υπάρχει γι’ αυτό καμια αμφιβολία, ο Πουλιόπουλος και οι οπαδοί του θα παρατάξουν σωρεία επιχειρημάτων και θα προσφύγουν στα φώτα του «αρχειομαρξιστικού λενινισμού» και του «ευνουχισμένου μαρξισμού» για να δικαιολογήσουν τη θέση τους και τη λικβιταριστική τους τακτική. Έτσι έκαμναν όλοι οι προηγούμενοί τους, το ίδιο θα κάμουν και αυτοί: Εξ ονόματος του προλεταριάτου (!) κτλ, ας είναι όμως βέβαιοι ότι το κόμμα θα μπορέσει, οσοδήποτε και αν του κοστίσει αυτό το πράγμα, να βγει νικηφόρο και κερδισμένο απ’ τον αγώνα και την κρίση του αυτή.


Τίποτε περισσότερο και λιγότερο, ο λικβιταρισμός υποστηρίζει την εξής θέση:


Ο ρόλος της Ελλάδος στο σημερινό ιμπεριαλισμό είναι μικρός, άρα και ο επαναστατικός ρόλος του ΚΚΕ και του ελληνικού προλεταριάτου ελάχιστος. Παίρνοντας μάλιστα υπόψη μας και τις «βασικές ιδιομορφίες» της χώρας μας και την ανικανότητα του ΚΚΕ να ανταποκριθεί ως τα σήμερα στα καθήκοντά του και τον προορισμό του βγάζουμε το συμπέρασμα πως κόμμα δε χρειάζεται ή μάλλον χρειάζεται σαν εκείνο όμως που το ήθελαν οι Αποστολίδης- Κορδάτος κάνοντας και μια μορφωτική- προπαρασκευαστική δουλειά. Στο εθνικό κάναμε λάθος, πρέπει να διορθώσουμε την ταχτική μας. Η επανάσταση δεν θα εκραγεί στην Ελλάδα, γι αυτό και μεις (όταν θα γίνει αλλού) θα τη δεχθούμε και πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι (δηλ. μορφωμένοι) για να μπορέσουμε να διοικήσουμε (δε βαριέσαι καημένε, θα ρθούνε άλλοι ή οι …αρχείοι!).


Αυτά όλα, που βγαίνουν καθαρά απ’ τα γράμματα του Πουλιόπουλου, ξέρτε τι σημαίνουν σε απλούστερη γλώσσα;


Δε χρειάζεται αγώνας. Εμείς πέρα από μόρφωση τίποτε άλλο δεν έχουμε να κάνουμε. Καλά η εργατική τάξη δε θ’ αγωνισθεί; Δε θα κάνει τίποτε;


Σύμφωνα με τις «βασικές ιδιομορφίες» της χώρας μας (στη γλώσσα του Γεωργιάδη ίσον ελληνική πραγματικότητα) επαναστατικό κόμμα δε μπορεί να υπάρξει.


Την πολιτική της εργατικής τάξης μπορεί να την κάνει (σήμερα προπαντός) και η φιλελεύθερη μπουρζουαζία. Στο συνδικαλιστικό υπάρχουν (δόξα να’χει ο Θεός!) οι σοσιαλφασίστες. Οι ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις στα Βαλκάνια, και στη Μακεδονία και Θράκη –δ ε μας ενδιαφέρουν! Και αν γίνει πόλεμος; Θα πρέπει να πολεμήσουμε για την - πατρίδα!


Αυτό είναι το ευαγγέλιο του λικβιταρισμού. Γιατί, αν το κόμμα ακολουθήσει τη σοφή συνταγή των λικβιταριστών και αν κάθε «τίμιος σύντροφος» κάνει ό,τι έκανε και ο Πουλιόπουλος τότε ασφαλώς θα γίνει ό,τι λέμε πιο πάνω.


Μήπως έλεγαν τίποτε περισσότερο οι Γεωργιάδης και Σιδέρης και οι άλλοι συγκεντρωτικοί; Όχι, απόλυτα τίποτε.


Ξέρτε τώρα πώς ο Πουλιόπουλος χαρακτηρίζει τους Γεωργιάδηδες και τους Σιδέρηδες με τους οποίους σήμερα συμφωνά;


Δεν έχετε παρά να διαβάστε τη σειρά των άρθρων του με τον τίτλο «Ελληνικός Μενσεβικισμός» στα τεύχη Ιουλίου, Αυγούστου και Οκτωβρίου 1924 της Κομμουνιστικής Επιθεώρησης.


Εδώ δε θα παραθέσουμε παρά ορισμένα μέρη απ’ το τελευταίο μέρος του άρθρου που δημοσιεύεται στο τεύχος του Οκτώβρη του 1924.


«Κατά ποίον τρόπο απαντούν τα διάφορα πρόσωπα και οι «ομάδες» της διαλυμένης ΣΕΕ (Σοσιαλιστικής Ένωσης της Ελλάδος) στα συγκεκριμένα αυτά καθήκοντα; Διακηρύσσουν πρώτα πρώτα τη βασική του θεωρητική «αρχή», ότι η ιστορία δε θέτει άλλα προβλήματα στην κοινωνία παρά μόνον εκείνα που υπάρχουν ήδη οι προϋποθέσεις της λύσεώς των και ότι το κίνημά μας στην Ελλάδα έχοντας ανάγκη «μακράς νομίμου υπάρξεως» διατρέχει το ιστορικό στάδιο της 2ης Διεθνούς, δηλαδή το στάδιο «της οργανώσεως της προπαγάνδας και της μορφώσεως».


«Και η μεν αντιμαρξικότης- λέγει ο Πουλιόπουλος- των δογμάτων αυτών είναι προφανής. Όποιος δεν αισθάνεται μέσα του τη δύναμη να μπει μέσα στη σύγκρουση των ζωντανών στοιχείων της κοινωνίας που παίρνουν ενεργό μέρος στη λύση των προβλημάτων που τίθενται κάθε φορά, αυτός αντί να μιλεί για μαρξιστικές αρχές κάθεται στο γραφείο του και θεάται από μακριά ως σοφός παρατηρητής την εξέλιξη των κοινωνικών αγώνων. Δεν έχει την απαίτηση να μας κάνει να πιστεύουμε, ότι λαβάνει μέρος στους αγώνες μιας τάξεως και τους διευθύνει μάλιστα».


Και παρακάτω στη υποσημείωση στο ίδιο μέρος:


«Ο «μαρξισμός» της ομάδας αυτής είχε και άλλες πολύ φαιδρότερες εκδηλώσεις. Υπενθυμίζουμε το άρθρο εκείνο του Ν. Δημητράτου, στο οποίον σοβαροφανέστατα μιλούσε περί «σοσιαλδημοκρατισμού» και επαναστατικότητος εν σχέσει με τον? σλαβικό και ελληνικό χαρακτήρα!»


Ο Πουλιόπουλος του 1924 χτυπούσε την αντιμαρξικότητα των «σοσιαλιστών» και τις ανοησίες του Ν. Δημητράτου.


Ο Πουλιόπουλος του 1926, με τις θεωρίες περί «μορφώσεως», τις «βασικές ιδιομορφίες» και την όλη του τακτική τίθεται αλληλέγγυος με τους Γεωργιάδηδες, Σιδέρηδες και με τους «σλαβικούς και ελληνικούς φυλετικούς χαρακτήρες» του Ν. Δημητράτου.


Και προχωρούμε στο άρθρο του:


«Θα πολεμήσουμε τη μπουρζουαζία, όσο κι αν είμαστε οργανωτικά αδύνατοι, με τα ίδια μέσα που μας πολεμά κι αυτή».


Και τελειώνει έτσι:


«Ο ελληνικός μενσεβικισμός δεν είναι προορισμένος να προσφέρει στην ελληνική μπουρζουαζία τόσες υπηρεσίες όσες προσφέρει σήμερα ο ευρωπαϊκός στη μπουρζουαζία των χωρών του. Το έδαφος επάνω στο οποίο θα ζητήσει ίσως και στο μέλλον να στηριχτεί, η εργατική τάξη της Ελλάδος, είναι πολύ επισφαλές γι αυτόν. Ο κομμουνισμός έχει στο έδαφος αυτό πολύ βαθύτερες ρίζες από όσες θα επιθυμούσαν να έχει οι Έλληνες μενσεβίκοι».


Αυτά γράφονταν στα 1924. Και απ’ το γράψιμο ως την πράξη υπάρχει καμμιά φορά τόση απόσταση που επιτρέπει στο Πουλιόπουλο να βρίσκεται σήμερα στο στρατόπεδο του ελληνικού μενσεβικισμού που στα 1924 στάθηκε ο μεγαλύτερος του πολέμιος.


«Οι φιλόσοφοι μόνο ξηγούσαν τον κόσμο, έτσι ή αλλιώς, το ζήτημα όμως έγκειται στο να τον αλλάξεις» (Μαρξ). Ο Πουλιόπουλος μάς εξήγησε μόνο τον ελληνικό μενσεβικισμό. Δε προχώρησε παρακάτω. Αλλά αυτό μόνο δε φθάνει. Και το κόμμα το ξέρει αυτό και θα προχωρήσει χτυπώντας μαζί με το χθεσινό και το σημερινό μενσεβικισμό.


Το σπέρμα όμως του μενσεβικισμού στον Πουλιόπουλο δεν εμφανίζεται σήμερα. Θα φέρουμε ένα μόνο παράδειγμα απ’ το ίδιο άρθρο.


Να τι διαβάζουμε στο τεύχος Οκτωβρίου του 1924 στο τέλος της σελ. 327: «2. Αντιμετώπιση των προβλημάτων της επαναστάσεως όπως μας παρουσιάζονται σύμφωνα με τους κανόνες διεθνούς, και ειδικά για μας, βαλκανικής σκοπιμότητος: (Λ.χ. θέση μας απέναντι του εθνικού ζητήματος).


Καθώς βλέπουμε η θέση μας απέναντι του εθνικού καθορίζονταν από «κανόνες βαλκανικής σκοπιμότητος»! Ώστε το εθνικό για την ΚΔ δεν είναι ζήτημα αρχής αλλά σκοπιμότητος; Και αυτά γράφονταν απ’ τον Π. όχι στο 1926, αλλά στο 1924. Τότε τι διαφορά τον χώριζε απ’ τον Αποστολίδη και Κορδάτο;


Γιατί με την απόφαση του πυρήνα φυλακισμένων παραπηγμάτων (που γράφτηκε απ’ αυτόν) διαμαρτυρότανε για τις κατηγορίες του Κορδάτου ενάντια στο Κόμμα επί «τριτοδιεθνοφοβία» αφού την τακτική μας στο εθνικό δεν την επέβαλαν λόγοι αντικειμενικά επαναστατικοί, αλλά η σκοπιμότητα που καθορίζουνταν, βέβαια, απ’ τη Διεθνή;


Το κήρυγμα του λικβιταρισμού είναι ξεκάθαρο. Η παραδοχή του για το κόμμα μας θα σήμαινε: διάλυση του κόμματος, προδοσία της επανάστασης, παράδοση του προλεταριάτου στα χέρια της αστικής τάξης.

Βέβαια, γι’ αυτό δε μπορεί να υπάρξει η παραμικρή αμφιβολία, οι κομμουνιστές της Ελλάδας δε θα επιτρέψουν καμμιά φορά να γίνει αυτό το πράγμα.

Υπάρχουν όμως πολλοί σύντροφοι που έπαθαν τέλεια σύγχυση και στέκονται αμφιταλαντευόμενοι. «Δεν έχουμε αρκετά στοιχεία» φωνάζουν. Αυτό δεν είναι σωστό. Και όποιος, με τα στοιχεία που υπάρχουν και που βροντοφωνούνε, αρνείται να χτυπήσει το λικβιταρισμό, αυτό χτυπά το κόμμα, γίνεται κι αυτός λικβιταριστής, δουλεύει για τη διάλυση του κόμματος. Γι’ αυτό και κάθε κομμουνιστής πρέπει φανερά και καθαρά να πει: είναι υπέρ του λικβιταρισμού έτσι όπως παρουσάζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση του Πουλιόπουλου;

«Δεν είναι αρκετό να ‘ναι κανείς επαναστάτης ή οπαδός του σοσιαλισμού ή γενικά κομμουνιστής. Πρέπει να μπορεί να βρίσκει κάθε στιγμή εκείνον τον ειδικό κρίκο της αλυσίδας, απ’ τον οποίο πρέπει να κρατιέται μ’ όλες τις δυνάμεις για να μπορεί να κατέχει όλη την αλυσίδα και να προετοιμάζει το ασφαλές πέρασμα στον επόμενο κρίκο» (Λένιν: Τα Αμεσα Καθήκοντα της σοβιετικής εξουσίας», Μπροσούρα 1918) Ο κρίκος εκείνος που χρειάζεται σήμερα και που η κατοχή του θα επιτρέψει την ανάπτυξη του κόμματος είναι το αλύπητο χτύπημα του λικβιταρισμού.

Πρέπει κάθε κομμουνιστής να πάρει μέρος στο χτύπημα αυτό αφήνοντας στη μπάντα προσωπικές συμπάθειες και παλιές αναμνήσεις. Ο καθένας κρίνεται στον αγώνα απ’ εκείνο που’ναι σήμερα και όχι απ’ εκείνο που ήτανε χθες ή προχθές.

Πρέπει όλο το κόμμα σαν ένας άνθρωπος να δώσει στο λικβιταρισμό και στους Γεωργιάδηδες, Σιδέρηδες, Κορδάτηδες και Αποστολίδηδες που τρίβουν τα χέρια τους και χαμογελούν, την απάντηση που κάθε κομμουνιστικό κόμμα πρέπει να δίνει σε τέτοιες περιστάσεις και να εξακολουθήσει τον επαναστατικό του δρόμο με την αμορφωσιά του και τις λίγες του δυνάμεις, έχοντας στο νου εκείνο που είπε ο Λένιν, μόλις βγήκε απ’ την παρανομία, στο πρώτο λόγο που εξεφώνησε στο Σμόλνυ ύστερα απ’ την κατάληψη της εξουσίας απ’ τους Μπολσεβίκους.

«Να λοιπόν εμείς παίρνουμε την εξουσία. Μπορούμε μήπως να διοικήσουμε το κράτος; Δε μπορούμε. Μπορούμε μήπως να διευθύνουμε την οικονομία; Όχι δε μπορούμε. Αλλά θα μάθουμε!»

Μήπως οι Έλληνες λικβιταριστές έχουν τη γνώμη ότι οι μπολσεβίκοι δε θα ‘πρεπε να την πάρουν γιατί δεν ήξεραν να διοικήσουν;

Θεσσαλονίκη

ΚΟΥΤΒΗΣ

«Ριζοσπάστης», 30/1/1927

Δεν υπάρχουν σχόλια: